μελέομαι/μέλομαι

μελέομαι/μέλομαι
(→ἐπιμελέομαι/μέλομαι, μεταμελέομαι/μέλομαι,,)

Lust (λαγνεία). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”